Όλο... διαπραγματεύσεις ο Κώτσιος!
Την... βρίσκει ο Κώτσιος με τις... διαπραγματεύσεις!
Του αρέσουν οι επιτυχίες του στις... διαπραγματεύσεις!
Η χτεσινή του ήταν για το Μεταναστευτικό των… Γερμανών!
Κι η Ψωροκωσταντού ακούει γιά... Διαπραγματεύσεις κι έχει τρελαθεί στα τελέφωνα
– Δρίν - Δρίν…
– Έλα Κώτσιο μ’, μ’ ακούς Κώτσιο μ’, πού ’σαι ρε μαλάκαμ’;
– Μη με αντικόβεις μωρή… διαπραγματεύομαι, σου λέω μωρή… κανονίζω υποθέσεις, σου λέω μωρή... (θυμώνει αλλ’ αγκουμαχάει ο Κώτσιος…)
– Ρε Κώτσο μ’, πιάνετ’ η καρδιά μου Κώτσο μ’, πάλι αγκουμαχάς; Ρε σύ, απουπάνου είσαι στην διαπραγμάτευση για απουκάτου; Θα... ολοκληρώσεις ή θα… ολοκληρώσουν αυτοί; Κάνεις ρε ή σου κάνουνε αυτοί ό,τι θέλουν;
– Κώτσος κι απουκάτου, μωρή, δεν πάει μωρή! (κι αγκουμαχάει ο Κώτσιος…)
– Και γιατί σκούζεις, ρε μαλάκαμ’; Γιατί αγκουμαχάς, ρε μαλάκαμ’; Σαν τους γάτους μπάκε το κάνεις κι εκεί; (κι αγκουμαχάει ο Κώτσιος…)
Δώσε μου ρέ τα γουμάρια της υπέρ ημών Ευρώπης... να τα σιχτιρίσω τα γουμάρια… (παίρνει το φόουν ένα από τα γουμάρια, αγκουμαχώντας κι αυτό)
– Κουράγιο Κωσταντού, τελειώνουμε γι’ απόψε... (κι ξαναγκουμαχάει κι αυτούνο το γουμάρι... και συνεχίζει η Κωσταντού)
– Τί κάνουτε ωρέ στον Κώτσο μ’; Τί αγκουμαχάτε ούλοι ’κει πάνου, ρε; (βάνει τα κλάματα η ΨωροΚωσταντού, βραχυκυκλώνει το τελέφωνο, κόβεται η γραμμή κι αγκουμαχάει ο Κώτσιος…)
– Τί κάνουτε ωρέ στον Κώτσο μ’; Τί αγκουμαχάτε ούλοι ’κει πάνου, ρε; (βάνει τα κλάματα η ΨωροΚωσταντού, βραχυκυκλώνει το τελέφωνο, κόβεται η γραμμή κι αγκουμαχάει ο Κώτσιος…)
Κι αγκουμαχάει ο Κώτσιος!
Το ’χει ο Κώτσιος.
Ιστορικό το κουσούρι του Κώτσιου!
Και το κουσούρι του... αυγατάει, σας λέω!
Άστον να… διαπραγματεύεται, λοιπόν!
Μετά το ’21,
άλλοι αγκουμαχάνε Κώτσο μ’ στας Εουρώπας,
κι άλλοι καουλομαχάνε!
Εν Ελλάδι,
Μια Πολιτικο-Οικονομική και Πνευματική Ηγεσία,
– παν… άξια, όπως φαίνεται! –
υπηρετώντας άλλους Κυρίους,
δεκαετίες τώρα,
εξαπατώντας και καταληστεύοντας,
χρεοκόπησε και, χλευάζοντας, συνεχίζει να διασύρει και να διαπομπεύει έναν ιστορικό Λαό!
– που του φαίνεται να του... αξίζουν! –
Σταθείτε ωρέ!
Την μοίρα μας γιατί να βρίζουμε;
Αυτούς, αυτά και τέτοια δεν τα αξίζουμε;
Ώ Καημένοι, ώ Καημένη!
– αυτά είπε ο Προφύτης! –
(Προφύτης = ο Προφυτεύων,
ο καλλιεργών το έδαφος γιά την φύτευση, ο Υπονομευτής)